Με την ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας και την επικείμενη αύξηση των πληθυσμιακών αναγκών, η καθαρή ενέργεια φαίνεται να αποτελεί το εισιτήριο για την επίτευξη της αειφορίας σε ολόκληρο τον πλανήτη. Δεδομένα από τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας υποδεικνύουν ότι το ποσοστό της καθαρής ενέργειας στην παγκόσμια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας παρουσιάζει ανοδική τάση. Ενδεικτικά, αξίζει να επισημανθεί πως χώρες όπως η Γερμανία, η Κίνα και η Ινδία έχουν ηγηθεί αυτής της τάσης, επενδύοντας σε σύγχρονες τεχνολογίες και προγράμματα για τη βελτίωση της ενεργειακής τους ισχύος. Επεξηγηματικά, η έννοια ″καθαρή ή πράσινη ενέργεια″ αναφέρεται σε όλες εκείνες τις μορφές ενέργειας που παράγονται επιφέροντας ελάχιστες ή καθόλου αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, δηλαδή χαρακτηρίζονται από μηδαμινό περιβαλλοντικό αποτύπωμα.  Οι πρώτες μορφές πράσινης ενέργειας εμφανίστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα και γνώρισαν ιδιαίτερη απήχηση και ευρεία αξιοποίηση κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Σε αυτές συγκαταλέγονται η αιολική, η υδροηλεκτρική καθώς και η ηλιακή ενέργεια ενώ στη σημερινή εποχή σημαντικό μερίδιο διεκδικούν επίσης η γεωθερμία, η βιομάζα καθώς και η μελλοντική πρωτοποριακή εκμετάλλευση του υδρογόνου.

Παρόλο το γεγονός πως μπορεί να απαιτείται η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και υποδομών καθώς και η υιοθέτηση νέων πολιτικών και κανονισμών για την προώθηση της καθαρής ενέργειας, η ενσωμάτωση αυτής στην καθημερινή μας ζωή παρουσιάζει σημαντικά πλεονεκτήματα συγκριτικά με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής ενέργειας. Αναλυτικότερα, η αξιοποίηση της πράσινης ενέργειας ως μια αποδοτικής και βιώσιμης εναλλακτικής λύσης έναντι των παραδοσιακών πηγών ενέργειας, δύναται να συμβάλλει στην μείωση των ρυπογόνων εκπομπών και αερίων του θερμοκηπίου λειτουργώντας ως αρωγός για την αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και κατά επέκταση της κλιματικής αλλαγής. Επιπροσθέτως, προάγει την τεχνολογική καινοτομία στον ενεργειακό τομέα και συνδράμει στην απεξάρτηση από τις εισαγωγές ορυκτών καύσιμων και στη μακροχρόνια εξοικονόμηση πόρων με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτή η ενεργειακή αυτονομία του κάθε κράτους ενισχύοντας κατά αυτόν τον τρόπο την τοπική οικονομία και την οικοδόμηση βιώσιμων κοινοτήτων.

Στενά συνυφασμένη με την καθαρή ενέργεια είναι η έννοια του ενεργειακού μείγματος, η οποία αναφέρεται στον συνδυασμό των διαφορετικών πηγών ενέργειας (ανανεώσιμων και μη ανανεώσιμων) που χρησιμοποιούνται για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της εκάστοτε χώρας, όπως είναι για παράδειγμα η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, η θέρμανση και η βιομηχανική παραγωγή. Αναφορικά με την Ελλάδα, οφείλουμε να τονίσουμε πως το 2023 η παραγωγή καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας κατέγραψε ιστορικό υψηλό, δεδομένου ότι το 57% του ενεργειακού μείγματος καλύφθηκε αποκλειστικά από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, υπερβαίνοντας τις 25 TWh, σε αντίθεση με το 2022 όπου το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 50,12%. Παράλληλα, η συμμετοχή του λιγνίτη στο εγχώριο ενεργειακό μείγμα συρρικνώθηκε περαιτέρω, σημειώνοντας ιστορικό ελάχιστο με 10,1% συγκριτικά με την προηγούμενη δεκαετία όπου το συγκεκριμένο ποσοστό ξεπερνούσε το 54%. Τα προαναφερόμενα στατιστικά στοιχεία υποδηλώνουν την ενθουσιώδη πρόοδο του προγράμματος απολιγνιτοποίησης της χώρας  και τη συνεχή ανοδική ζήτηση και αξιοποίηση των μορφών ενέργειας φιλικών προς το περιβάλλον. Επιπλέον, αξίζει να υπογραμμιστεί ότι μέχρι το 2030 στο πλαίσιο επίτευξης του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), επιδιώκεται η αύξηση του παραγόμενου ηλεκτρικού δυναμικού από 18 GW που είναι σήμερα σε 29 GW και προβλέπεται η εγκατάσταση γεωθερμικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής συνολικής ισχύος 0,1 GW.

Αποσαφηνίζοντας, προσδοκίες από πιλοτικά έργα που υλοποιήθηκαν μέσω προηγούμενων προγραμμάτων υποδεικνύουν ότι η γεωθερμία μπορεί να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα για την ενεργειακή αυτάρκεια, τη μελλοντική αειφορία και την οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας. Η σύγχρονη γεωθερμική εκμετάλλευση στον ελληνικό χώρο περιορίζεται σε 43 MWth χρήσης γεωθερμικής ενέργειας χαμηλής ενθαλπίας για θέρμανση θερμοκηπίων και άλλες γεωργικές εφαρμογές, 43 MWth θερμικών ιαματικών λουτρών και 191 MWth γεωθερμικών αντλιών θερμότητας, ενώ αναμένεται οι συγκεκριμένοι τομείς να γνωρίσουν ιδιαίτερη ανάπτυξη μέσα στα επόμενα χρόνια. Επαυξάνοντας, ιδιαίτερα ενθαρρυντικό αποτελεί το γεγονός πως νέα συστήματα τηλεθέρμανσης βρίσκονται υπό ανάπτυξη και οι πρώτοι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής γεωθερμικής ενέργειας που εκμεταλλεύονται πόρους υψηλής ενθαλπίας βρίσκονται υπό διερεύνηση. Πιο συγκεκριμένα, το 2008 ολοκληρώθηκαν οι ερευνητικές εργασίες για το γεωθερμικό πεδίο στην Στύψη Λέσβου, με στόχο την μελλοντική κατασκευή σταθμού ηλεκτροπαραγωγής με γεωθερμική ισχύ 8MW, ο οποίος θα καλύπτει περίπου το 25% των ενεργειακών απαιτήσεων του νησιού. Επιπλέον, το φθινόπωρο του 2023 προκηρύχθηκε διαγωνισμός για την προοπτική αξιοποίησης του γεωθερμικού δυναμικού σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας (λεκάνες ποταμών Στρυμόνα, Νέστου, Έβρου και στον Ακροπόταμο Καβάλας) οι οποίες ικανοποιούν τις προϋποθέσεις για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως έχει μισθωθεί το δικαίωμα διαχείρισης και εκμετάλλευσης του γεωθερμικού δυναμικού στο γεωθερμικό πεδίο Λιθοτόπου – Ηράκλειας ΠΕ Σερρών, στο οποίο η συνολική εγκατεστημένη θερμική ισχύς των υφιστάμενων γεωθερμικών παραγωγικών γεωτρήσεων εκτιμάται σε 4,47 MWth, που ισοδυναμεί με την εξοικονόμηση 3.300 τόνων πετρελαίου το χρόνο.

 

0 Comments

Leave a reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

*

©2025 KLEO Template a premium and multipurpose theme from Seventh Queen

CONTACT US

We're not around right now. But you can send us an email and we'll get back to you, asap.

Sending

Log in with your credentials

Forgot your details?

Μετάβαση στο περιεχόμενο